Jump to content



τι σημαίνει?


dunkel_Stern

Recommended Posts

λακές ο [la<k>és] O13 : 1. ένστολος υπηρέτης των ευγενών. 2. (μτφ.) αυτός που με δουλοπρέπεια υπηρετεί τα συμφέροντα τρίτων: Oι ντόπιοι λακέδες του ιμπεριαλισμού. [γαλλ. laquais -ς]

πηγή

Archived

This topic is now archived and is closed to further replies.

×
×
  • Δημιουργία...

Important Information

Ο ιστότοπος theLab.gr χρησιμοποιεί cookies για να διασφαλίσει την καλύτερη εμπειρία σας κατά την περιήγηση. Μπορείτε να προσαρμόσετε τις ρυθμίσεις των cookies σας , διαφορετικά θα υποθέσουμε ότι είστε εντάξει για να συνεχίσετε.